Η αίθουσα εκδηλώσεων της Βουλής, στη λεωφόρο Αμαλίας, αποδείχθηκε μικρή για να χωρέσει το πολυπληθές κοινό κατά την παρουσίαση της μελέτης Η αυστριακή αρμάδα κατά την Ελληνική Επανάσταση. Διπλωματία και πόλεμος της Όλγας Κατσιαρδή-Hering και του Δημητρίου Μ. Κοντογεώργη, την Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου. Ιστορικοί, ερευνητές, φοιτητές και φοιτήτριες, φιλίστορες και εκπαιδευτικοί κατέκλυσαν από νωρίς την αίθουσα, παρακολουθώντας τις μεστές εισηγήσεις της Μαρίας Στασινοπούλου, του Δημήτρη Δημητρόπουλου και της Τζελίνας Χαρλαύτη.
Ο γενικός γραμματέας του Ιδρύματος, καθηγητής Ευάνθης Χατζηβασιλείου, ο οποίος και συντόνισε την εκδήλωση, σημείωσε ότι ο επιβλητικός τόμος είναι απόληξη πολύχρονης ερευνητικής προσπάθειας, η οποία εντάχθηκε σε πρόγραμμα του Ιδρύματος για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Αναφέρθηκε στο ερευνητικό ήθος των συγγραφέων και εξέφρασε τη χαρά του που το έργο αυτό, έργο αναφοράς, εκδίδεται από το Ίδρυμα.
H Μαρία Στασινοπούλου (καθηγήτρια στο Ινστιτούτο Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Βιέννης) ξεκίνησε επαινώντας το Ίδρυμα της Βουλής, το οποίο, με την έκδοση του ογκωδέστατου και απαιτητικού αυτού έργου, προσφέρει εξαιρετική υπηρεσία στην ιστορική κοινότητα αλλά και το ευρύ κοινό. Η μεγαλύτερη επιτυχία των συγγραφέων, επισήμανε, συνίσταται στο ότι προσέγγισαν τη διπλωματική ιστορία από τη σκοπιά των μεσαίων στελεχών και με τη ματιά της οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας. Το βιβλίο, συνέχισε, αποτελεί ταυτόχρονα οικονομική ιστορία της Ανατολικής Μεσογείου, μελέτη για τις ρευστές ταυτότητες όσων υπηρετούν στο αυστριακό ναυτικό, διεισδυτική καταγραφή των μορφών βίας στον χώρο της οικονομίας, όπως συμβαίνει με την πειρατεία, και προσπάθεια να ερμηνευθεί η ασάφεια και η αργή προσαρμοστικότητα της αυστριακής πολιτικής στην περιοχή. Η μελέτη αυτή, κατέληξε, θα χρησιμεύσει, εκτός των άλλων, ως βάση για ένα μεγάλο εύρος θεμάτων (ενδεικτικά, τα ζητήματα προσωπογραφίας του προξενικού δικτύου, τη λειτουργίας των ξένων ναυτικών Δυνάμεων κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, τη διάκριση ανάμεσα σε κουρσάρους και πειρατές) και θα αποτελέσει πηγή συνεχούς έμπνευσης, με τις σημαντικές παρεμβάσεις της σε θέματα μεθοδολογίας της ιστορίας, για πλήθος ζητημάτων της ευρωπαϊκής ιστορίας.
Ο Δημήτρης Δημητρόπουλος (διευθυντής Ερευνών, Τομέας Νεοελληνικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών) χαρακτήρισε τη μελέτη έργο αναφοράς, για τη συγγραφή του οποίου συνένωσαν τις δυνάμεις τους δύο ιστορικοί από διαφορετικές γενιές, με διακριτή, αλλά και κοινή διαδρομή στην ιστοριογραφία. Το βιβλίο, είπε, αποτελεί ένα πανόραμα των όσων συνέβησαν και μια διαυγή αποτίμηση, με στοιχεία και αριθμούς, για την εμπορική διακίνηση και τις επιπτώσεις της πειρατείας που αντλούνται από τις εκθέσεις των Αυστριακών επιτετραμμένων και άλλο αρχειακό υλικό. Ανέφερε, επίσης, ότι συνιστά μεθοδολογική πρόταση για τη συγκρότηση της ιστορικής γνώσης, καθώς η πυκνή ροή των πληροφοριών που αντλούνται από ποικίλες πηγές για ένα θέμα προσφέρει ένα απόσταγμα όπου η μεμονωμένη πληροφορία υπάρχει καθαυτή, αλλά η κύρια σημασία βρίσκεται στο σύνολο, ακριβώς όπως η αξία των επιμέρους ψηφίδων έγκειται στον σχηματισμό του ψηφιδωτού, το οποίο όλες από κοινού συγκροτούν. Ο Δ. Δημητρόπουλος αναφέρθηκε σε δύο ειδικότερα ζητήματα που αναδεικνύει η μελέτη, τον ρόλο των προσώπων (όχι κατ’ ανάγκην των μεγαλόσχημων) και τις ρευστές ταυτότητες και έννοιες (πειρατές/κουρσάροι, νόμιμη κατάσχεση/ ληστρική αρπαγή), η οποία εκτίμησε ότι θα τροφοδοτήσει νέες έρευνες, με τα πλούσια στοιχεία και τα ισχυρά ερεθίσματα σκέψης που προσφέρει.
Η Τζελίνα Χαρλαύτη (διευθύντρια του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών/ Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας, καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κρήτης) είπε ότι οι μεγάλοι πρωταγωνιστές της μελέτης είναι η θάλασσα, ο πόλεμος και το εμπόριο στη θάλασσα. Οι συγγραφείς, συνέχισε, ξεδιπλώνουν με πολύπλευρο, σφαιρικό αλλά και ενδελεχή τρόπο τη δράση της αρμάδας (του αυστριακού αυτοκρατορικού στόλου), και το έργο τους είναι πολύτιμο για να κατανοήσουμε όχι μόνο την πολεμική αυστριακή επιχειρησιακή δραστηριότητα, αλλά και γενικότερα τον πόλεμο στη θάλασσα, τις εμπορικές και διπλωματικές πραγματικότητες κατά τη διάρκεια της Επαναστάσης. Η ομιλήτρια αναφέρθηκε στην έρευνα που διεξάγει μαζί με την Κατερίνα Γαλάνη για το ελληνικό εμπορικό ναυτικό τα χρόνια της Επανάστασης, έρευνα η οποία συνομιλεί με τη μελέτη της Όλγας Κατσιαρδή-Hering και του Δημήτρη Κοντογεώργη. Μίλησε, τέλος, για την κομβική σημασία της ναυτιλίας (σε πολεμικό, οικονομικό, και πολιτικό επίπεδο) και το μεγάλο παράθυρο που ανοίγει η μελέτη για τον Αγώνα στη θάλασσα, ανατρέποντας καθιερωμένες ή μονολιθικές αντιλήψεις (λ.χ. για τον «μισελληνισμό» των Αυστριακών) και προσφέροντάς μας μια πολύτιμη ματιά για τους Αυστριακούς, τις Δυνάμεις, και την Ελληνική Επανάσταση συνολικά.
H Όλγα Κατσιαρδή-Hering (ομότιμη καθηγήτρια, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών) αναφέρθηκε στην πορεία της έρευνας που οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου: στη λεπτομερή φωτογράφιση αρχειακών πηγών από τα κρατικά αρχεία της Βιέννης (αυτοκρατορικό αρχείο, πολεμικό και οικονομικό αρχείο, ναυτικό πολεμικό αρχείο), της Τεργέστης (αρχείο λειοδικείου και διοικητικό αρχείο της πόλης), των ελληνικών ΓΑΚ , την αξιοποίηση της ογκώδους βιβλιογραφίας και στη σύνταξη πλούσιας βάσης δεδομένων. Η μελέτη συντάχθηκε με την αγαστή συνεργασία του Δημήτριου Κοντογεώργη. Η συγγραφέας ευχαρίστησε θερμά το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, χάρη στο πρόγραμμα του οποίου κατέστη εφικτή η επεξεργασία του πλούσιου υλικού, η συγγραφή και η έκδοση· το εγχείρημα ξεκίνησε με πρόταση του Ευάνθη Χατζηβασιλείου το 2016, όταν γενικός γραμματέας του Ιδρύματος ήταν ο Παύλος Σούρλας, συνεχίστηκε όταν γ.γ. ήταν η Νίκη Μαρωνίτη και ολοκληρώθηκε το 2023, με γ.γ. τον Ευάνθη Χατζηβασιλείου. Όσον αφορά το περιεχόμενο του βιβλίου, επικεντρώθηκε στα θέματα οργάνωσης του αυστριακού πολεμικού στόλου και των διοικητών και πληρωμάτων του, που ανήκαν στο παλιό βενετικό ναυτικό το οποίο και ενσωμάτωσε η Αυστρία μετά την κατάληψη της Βενετίας. Επισήμανε, έτσι, προβλήματα ταυτότητάς του σε μια καίρια εποχή της ανάδειξης των εθνικισμών.
Ο Δημήτριος Μ. Κοντογεώργης (επίκουρος καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κύπρου) ευχαρίστησε θερμά την Όλγα Κατσιαρδή-Hering για την αγαστή συνεργασία κατά την έρευνα και συγγραφή του βιβλίου· επίσης, το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, το πρόγραμμα του οποίου επέτρεψε την καταγραφή και επεξεργασία του αρχειακού υλικού. Υπογράμμισε ότι η επέτειος των 200 ετών από την έναρξη της Επανάστασης του 1821 έδωσε την αφορμή για έναν αμητό μελετών και εκδόσεων, οι οποίες συχνά ανέδειξαν παραθεωρημένες διαστάσεις και έφεραν στο φως ποικίλες αρχειακές και αφηγηματικές πηγές. Τόνισε, επίσης, ότι στην προσέγγιση της αυστριακής πολιτικής έναντι της Ελληνικής Επανάστασης επιχειρήθηκε η υπέρβαση της μονομέρειας που χαρακτήριζε την περί την Αυστρία ιστοριογραφία· γι’ αυτό δόθηκε έμφαση όχι μόνο στην πολιτική του Μέττερνιχ, αλλά στη δράση των Αυστριακών, πρεσβευτών, προξένων, και αξιωματικών, στο πεδίο, δηλαδή στην επαναστατημένη Ελλάδα και στην Ανατολική Μεσόγειο εν γένει, κατέληξε.
Οι συγγραφείς κάλεσαν στο βήμα τον Στρατή Μπουρνάζο (επιμελητή, μαζί με την Ξένια Ζώη της έκδοσης), ευχαριστώντας τον θερμά για τη συνεργασία. Στη σύντομη παρέμβασή του, ο Σ. Μπουρνάζος, εκ μέρους του Τμήματος Εκδόσεων και Ερευνητικών Προγραμμάτων του Ιδρύματος της Βουλής, είπε ότι η επιμέλεια ενός τόσο απαιτητικού βιβλίου αποτελεί πηγή γνώσης, ενώ όσο μεγαλύτερες είναι οι δυσκολίες και οι απαιτήσεις, αντίστοιχα αυξάνεται και η χαρά. Επισήμανε, τέλος, ότι το συγκεκριμένο εγχείρημα, που ξεκίνησε το 2017 και ολοκληρώθηκε το 2023, συνιστά εύγλωττο δείγμα της θεσμικής συνέπειας και συνέχειας που διέπει το έργο του Ιδρύματος.
Ανάμεσα στο πολυπληθές κοινό, διακρίναμε την τέως πρέσβη της Ελλάδας στη Βιέννη (έως τον Νοέμβριο 2023) Αικατερίνη Κόικα, την πρόξενο της Ελλάδας στην Τεργέστη Μαρίνα Κέδρου-Παπά, καθώς και τον αντιπεριφερειάρχη Κεντρικού Τομέα Αθηνών Κωνσταντίνο Ζώμπο.