Το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, σε συνεργασία με το Υπουργείο Εσωτερικών (Τομέας Μακεδονίας και Θράκης) και την Ηπειρωτική Εστία Θεσσαλονίκης, παρουσίασε το λεύκωμά του Μουσική από την Ήπειρο το Σάββατο 24 Μαΐου 2025 στο Διοικητήριο στη Θεσσαλονίκη (αίθουσα «Νικόλαος Μάρτης»). Η έκδοση αποτελεί μια συστηματική παρουσίαση του μουσικού πολιτισμού της Ηπείρου, ενώ στα τρία CDs που την συνοδεύουν καταγράφονται χαρακτηριστικά τραγούδια της περιοχής.
Ο υφυπουργός Εσωτερικών (Τομέας Μακεδονίας και Θράκης) Κώστας Γκιουλέκας, στον χαιρετισμό του, χαρακτήρισε την έκδοση εξαιρετική, τονίζοντας τη σημασία του πρωτότυπου ηχητικού υλικού στα τρία CDs που περιλαμβάνει. Αναφερόμενος στην εκδήλωση, σημείωσε ότι οι τρεις συνδιοργανωτές αποφάσισαν ότι «αυτό το ιστορικό κτίριο ήταν το πιο κατάλληλο για την παρουσίαση της έκδοσης. Εδώ και δέκα μήνες το Διοικητήριο είναι ανοιχτό στο κοινό, γίνονται πολλές εκδηλώσεις, φιλοξενούμε σημαντικές ιστορικές εκθέσεις φωτογραφίας, γλυπτών και εικαστικών στους χώρους του, που απευθύνονται στους πολίτες της Θεσσαλονίκης, της Βόρειας Ελλάδας και φυσικά σε όλους τους επισκέπτες».
Ο Γιώργος Κοκκώνης (αναπληρωτής καθηγητής, Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και επιστημονικός επιμελητής του τόμου), ανοίγοντας τη βραδιά, παρουσίασε τους ομιλητές και αναφέρθηκε στην ευρύτερη σειρά «Μουσικός Χάρτης του Ελληνισμού» του Ιδρύματος της Βουλής, όπου εντάσσεται και η συγκεκριμένη έκδοση.
O Bασίλης Δαλκαβούκης (καθηγητής του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης) αναφέρθηκε στο χρονικό εύρος του τόμου, που εκτείνεται από τη δεκαετία του 1920 έως τις αρχές του 21ου αιώνα, και στάθηκε ιδιαίτερα στην έννοια της παράδοσης. Η παράδοση, τόνισε, δεν είναι μια έννοια στατική, αλλά μεταβαλλόμενη, δυναμική και ζωντανή, η οποία επιλέγει, προκρίνει και αποκλείει στοιχεία: το σημερινό μοντέρνο και νεωτερικό, που μπορεί να ξενίζει, σε κάποια χρόνια θα είναι και αυτό παράδοση. Αυτή η διάσταση, είπε, αναδεικνύεται ανάγλυφα από το μεγάλο χρονικό εύρος του τόμου, ενώ χάρη στις πιο πρόσφατες ηχογραφήσεις που περιέχει μπορούμε να παρακολουθήσουμε τους σύγχρονους τρόπους επιτέλεσης της παράδοσης. Τόνισε, ακόμη, την αξία του εικονογραφικού υλικού του τόμου, που δεν αποτυπώνει απλώς πρόσωπα αλλά διαδικασίες και διεργασίες, μνημονεύοντας συγκεκριμένα παραδείγματα. Ανάμεσά τους, φωτογραφίες του 1978 με μουσικό γλέντι σε νεκροταφείο, του 1910 με τη μαντολινάτα των Ιωαννίνων και τις φιλαρμονικές της Άρτας και των Ιωαννίνων, καθώς του 1996 από αυθόρμητο γλέντι σε καφενείο με κλαρίνα και λαούτα.
Ο Νίκος Διονυσόπουλος (ερευνητής και επιμελητής μουσικών εκδόσεων) είπε ότι μέσα από το ταξίδι που συνιστά ο τόμος αυτός γινόμαστε πιο πλούσιοι σε ακούσματα και γνώσεις. Η έκδοση, ανέφερε, έχει διπλή υπόσταση: συνιστά αφενός μουσικό λεύκωμα και αφετέρου μουσικολογική εμβάθυνση, όχι μόνο στη μουσική της Ηπείρου, αλλά γενικότερα στην παραδοσιακή μουσική. Τόνισε και αυτός πως το μεγάλο χρονικό φάσμα του τόμου, από τις πρώτες ηχογραφήσεις έως σήμερα, μας δείχνει ότι η παραδοσιακή μουσική δεν αποτελεί μουσειακό είδος. Μια τέτοια έκδοση μπορεί να γίνει μόνον από ανθρώπους που έχουν περπατήσει, πέτρα πέτρα όλο τον τόπο, που γνωρίζουν καλά τη γεωγραφία του όπως αυτή συναντιέται με τις τοπικές κοινωνικές δομές, ξεδιπλώνοντας μετακινήσεις και κοινωνικές πραγματικότητες, ιδιώματα και ιδιαιτερότητες, ανθρώπους που ξέρουν τους μουσικούς έναν προς έναν, με τα μικρά τους ονόματα. Ακόμα, αναφέρθηκε στις σύγχρονες ηχογραφήσεις, που γίνονται επιτόπου, γεγονός που τεχνικά μπορεί να συνιστά μειονέκτημα, ουσιαστικά όμως αποτελεί πλεονέκτημα, καθώς έχει άλλη βαρύτητα και αυθεντικότητα οι μουσικοί να παίζουν εκτός στούντιο, σε πραγματικό χώρο και με πραγματικούς ακροατές.
Η έκδοση, κατέληξε, συνιστά τομή στα μουσικογραφικά πράγματα και στη μουσικολογική προσέγγιση, καθώς δεν προσφέρει μια εξιδανικευμένη, αποστειρωμένη εικόνα. Βάζει στο κέντρο, όχι τη μουσική αόριστα, αλλά τους φορείς και τους διαμορφωτές του μουσικού ύφους, τους άγνωστους στο πλατύ κοινό οργανοπαίκτες και τραγουδιστές, αναδεικνύοντας έτσι την πολυμορφία των μουσικών ιδιωμάτων, τη συνθετότητα. Γι’ αυτό, εν τέλει, έχει γενικότερη αξία για τη μελέτη της παραδοσιακής μουσικής, συνιστώντας πρότυπο για μελλοντικές εκδόσεις.
Ο Γιώργος Κοκκώνης (αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και επιστημονικός επιμελητής του τόμου) αναφέρθηκε στην αρχική του επαφή με τον τόπο και τις απαρχές της έρευνάς του, τη δεκαετία του 1990, μέσα από την καταγραφή των δημοτικών τραγουδιών της Ηπείρου. Το συγκεκριμένο βιβλίο όμως, είπε, συνιστά μια διαφορετική και πιο πλούσια πρόταση, φιλοδοξώντας να αποτελέσει μια πρωτότυπη, σφαιρική και ολοκληρωμένη προσέγγιση της μουσικής της Ηπείρου καθώς ηθελημένα αναδεικνύει τον ρόλο των μουσικών και της μουσικής πράξης.
Το μεγάλο χρονικό εύρος, επισήμανε, μας επιτρέπει να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη του ήχου και της μουσικής. Αναφέρθηκε χαρακτηριστικά στην παλαιότερη ηχογράφηση του τόμου, η οποία και ακούστηκε στην αίθουσα. Σε αυτήν τραγουδάει μια Ρωμανιώτισσα Εβραία, η Μασλάτοφ Μάτσα, η οποία στα τέλη του 19ου αιώνα έφυγε από τα Γιάννενα και παντρεύτηκε στην Αμερική, επίσης έναν Ρωμανιώτη. Μέσα από αυτό το παράδειγμα, σημείωσε, μπορούμε να σκεφτούμε τις σχέσεις εμπορικού και αυθόρμητου, αστικού και αγροτικού ήχου, να στοχαστούμε γόνιμα πάνω στην έννοια της παράδοσης.
Στην εκδήλωση παρέστησαν, μεταξύ άλλων, ο υφυπουργός Εσωτερικών Κώστας Γκιουλέκας, η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Άννα Ευθυμίου, ο περιφερειακός σύμβουλος Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας Θεσσαλονίκης Θάνος Μπέγκας, η αντιδήμαρχος του Δήμου Θεσσαλονίκης Θεοδώρα Λειψιστινού, η πρόεδρος της Ηπειρωτικής Εστίας Θεσσαλονίκης Αθηνά Τοτοκώτση, καθώς και πλήθος κόσμου.